Ο Sean Connery, ο εμβληματικός πρωταγωνιστής δεκάδων θρυλικών ταινιών, κλείνει σήμερα (25 Αυγούστου 2017), τα 87 χρόνια του. Χαρακτηριστικό του; …η γοητεία που εκπέμπει (ακόμα), ανεξαρτήτως ηλικίας.
Ο Sir Thomas Sean Connery γεννήθηκε στο Φάουντενμπριτζ (Fountainbridge) στο Εδιμβούργο. Είναι γιος της Euphamia C. “Effie”, καθαρίστριας, και του Joseph Connery, εργάτη σε εργοστάσιο και οδηγού φορτηγού. Ο πατέρας του ήταν Καθολικός με Ιρλανδο-Σκωτική καταγωγή, ενώ η μητέρα του ήταν Σκωτσέζα Προτεστάντισσα.
Ο ίδιος υποστηρίζει ότι τον αποκαλούσαν Σον, το μεσαίο του όνομα, πολύ πριν γίνει ηθοποιός.
Το πρώτο του επάγγελμα ήταν γαλατάς στο Εδιμβούργο.
Ακολούθως κατατάχθηκε στο Βασιλικό Ναυτικό, αλλά απολύθηκε λόγω προβλημάτων υγείας και επέστρεψε στην παλιά του δουλειά κάνοντας διάφορες εργασίες όπως οδηγός λεωφορείου, εργάτης, μοντέλο για το κολλέγιο Καλών Τεχνών του Εδιμβούργου, στιλβωτής φέρετρων και Bodybuilder (!).
Η γοητευτική ακτινοβολία του και η ιδιαίτερη εμφάνισή του, τον έκαναν να ξεχωρίζει ανάμεσα σε πολλούς από πολύ νωρίς. Η ενασχόλησή του με το σώμα του, το χόμπι του, είναι κάτι που αδιαμφισβήτητα τον ώθησε να δοκιμάσει την τύχη του στον κινηματογράφο. Το 1953 βγήκε 3ος σε κατάταξη στον διαγωνισμό Mr. Universe και οι προτάσεις άρχισαν να διαδέχονται η μια την άλλη.
O Connery είχε αρχίσει την κινηματογραφική του καριέρα στο Hollywood πολύ πριν γίνει διάσημος στόν ρόλο του 007. Μετά απο διάφορες εμφανίσεις σε τηλεοπτικά show και τηλεταινίες, η επιτυχία θα έρθει με την πρώτη ταινία στην οποία πρωταγωνίστησε, που ήταν το Another time, another place στο πλευρό της Lana Turner (1958).
Η πραγματικά εντυπωσιακή του άνοδος ως ηθοποιού, ήρθε όταν υποδύθηκε τον θρυλικό ήρωα του Ian Fleming, James Bond. Η πρώτη ταινία του Connery στον ρόλο του πράκτορα 007 εν έτει 1962 έσπασε αμέσως τα κινηματογραφικά ταμεία σε όλο τον κόσμο. Στο πλευρό του η Ursula Andress, με το λευκό μπικίνι που έγραψε τη δική του ιστορία στον χώρο της μόδας.
Ο εντυπωσιακός αλλά και αεικίνητος, “αεράτος”, ηθοποιός πρωτοανακαλύφθηκε από τους Χάρι Σάλτζμαν και Άλμπερτ Μπρόκολι, μετά την άρνηση άλλων υποψήφιων ηθοποιών για το ρόλο του Bond, μεταξύ των οποίων ο David Niven (ο οποίος αργότερα έπαιξε τον Bond στην παρωδία του 1967 Casino Royale), ο Gary Grant και ο James Mason.
Ο χαμηλός προϋπολογισμός ανάγκασε όμως τους παραγωγούς να προσλάβουν ένα άγνωστο ηθοποιό.
Ο δημιουργός του 007, Ian Fleming, δεν ήταν ευχαριστημένος με την επιλογή του ηθοποιού για την ενσάρκωση του ήρωά του, καθώς θεωρούσε ότι λόγω της φυσικής του διάπλασης και του παρουσιαστικού του δεν θα φαινόταν τόσο εκλεπτυσμένος. Ωστόσο, άλλαξε γνώμη μετά την πρεμιέρα της πρώτης ταινίας, Dr. No, και εντυπωσιάστηκε τόσο που εμπνεύστηκε μια σκωτο-ελβετική καταγωγή για τον James Bond που ξεπηδούσε από τις σελίδες των επόμενων μυθιστορημάτων του.
Η ερμηνεία του Connery ως Bond και το στυλ που προσέδωσε στο χαρακτήρα αυτό οφείλεται στην καθοδήγηση του σκηνοθέτη των ταινιών Terence Young, ο οποίος τον πήρε υπό την προστασία του και εξευγένισε το φυσικό παρουσιαστικό του.
Η καριέρα του Connery είχε πλέον ταυτστεί με τον James Bond. Το 1964 η ταινία Goldfinger έσπασε κάθε προηγούμενο εισπρακτικό ρεκόρ, με τα κέρδη να εκτοξεύονται στα 125 εκατομμύρια δολάρια.
Αυτή η ταύτιση όμως ήταν που έφερε τον Connery στο κυνήγι νέων προκλήσεων, το οποίο είχε ως στόχο να ξεδιπλώσει το υποκριτικό του ταλέντο ερμηνεύοντας διάφορους ρόλους. Έτσι το 1964 θα συνεργαστεί με τον μέγα auter Alfred Hitchcock στο θρίλερ Marnie, υποδύοντας έναν πλούσιο άνδρα που προσπαθούσε να βοηθήσει μια νεαρή κλεπτομανή να ξεπεράσει το πάθος της.
Στήν διάρκεια της μετά 007 εποχής, ο Connery έκανε μεγάλες εμπορικές επιτυχίες. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τον μοναχό “detective” στο Όνομα του Ρόδου ή τον πατέρα τουIndiana Jones στην Τελευταία Σταυροφορία, τον Αρθούρο στον First Knight ή στον ρόλο του μέντορα, του Highlander – Christopher Lambert, ενω το 1975 στήν ταινία Ο άνδρας που ήθελε να γίνει βασιλιάς του John Huston, στήν οποία υποδύεται έναν Βρετανό που στέφεται βασιλιάς του Καφιριστάν, μιας περιοχής στο σημερινό Αφγανιστάν, ήτανε – και λόγω της θέσης του Connery υπέρ μιας ανεξάρτητης Σκωτίας – μια κριτική αναφορά στην εξωτερική πολιτική του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το 1996 κάνει την δεύτερη επιτυχία του στο box office (400 εκ. δολάρια), με την περιπέτεια The Rock, στην οποία ήταν και παραγωγός. Η καθολική αναγνώριση θα έρθει, όμως, με το κορυφαίο βραβείο της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, ενα χρόνο μετά, το 1997 για τον β’ ανδρικό ρόλο που υποδύθηκε ως Jim Malone στο επικό μαφιόζικο δράμα The Untouchables. Πρόκειται για το μοναδικό Όσκαρ που έλαβε στην καριέρα του, ενω κατέχει πληθώρα βραβείων και διακρίσεων, ανάμεσά τους Χρυσή Σφαίρα και BAFTA. Τον Ιούλιο του 2000 ανακηρύχθηκε σε ιππότη από την Βασίλισσα Ελισάβετ Β’.
Το 2003 ήταν ένας ακόμη σταθμός στη μεγάλη κινηματογραφική καριέρα του Sean Connery. Στην ταινία The League of extraordinary gentlemen υποδύεται τον τελευταίο ρόλο στην καριέρα του. Έκτοτε συμμετέχει μόνο σε σποτ με την χαρακτηριστική, τραχιά φωνή του και είναι αφιερωμένος στην οικογένειά του.
Σήμερα ζει στις Μπαχάμες και δηλώνει πως δεν θέλει να ασχοληθεί ξανά με τον κινηματογράφο και το Hollywood. Περιμένει υπομονετικά να επιστρέψει στην πολυαγαπημένη του Σκωτία, μόνο όταν γίνει ανεξάρτητη και συνεχίζει να παλεύει για αυτόν τον σκοπό μέσα από διάφορες οργανώσεις. Η σχέση του με την Ελλάδα, χρονολογείται απο πολύ παλιά, αφού είναι θαυμαστής της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και ειδικά του Σωκράτη.
Το 2004, μάλιστα, συνεργάστηκε με τον καλό του φίλο Βαγγέλη Παπαθανασίου, και απήγγειλε την Ιθάκη του Καβάφη σε μουσική του Vangelis.
Ερωτώμενος για το αν ήθελε να επιστρέψει κάποια στιγμή, έστω και για λίγο, στήν ηθοποιία αρνήθηκε λέγωντας:
Of course… not! Retirement is just too much damned fun!
Πηγή: newsmag.gr
Comments