Μπορεί το ημερολόγιο να γράφει 16 Αυγούστου , μπορεί να έχει αδειάσει (εντελώς όμως) η Αθήνα , για τις εταιρίες διανομής όμως (μάλλον) είναι Χριστούγεννα (!) . Αλλιώς δεν μπορώ να εξηγήσω το γεγονός οτι έξι (ναι , αυτό έγραψα) νέες ταινίες – αλλά και δυο υπέροχες επανεκδόσεις – κάνουν την εμφάνισή τους τούτη την – τελευταία , ας ελπίσουμε – “νεκρή” κινηματογραφική εβδομάδα.

Μια εβδομάδα που τα έχει όλα: Πειρατές (οχι της Καραϊβικής) και με Al Pacino στα πλατό , αεροπειρατές , μια περιπέτεια υψηλών οκτανίων , αλλά και μια ρομαντική κομεντί με εξαιρετικό cast … αλλά μέχρι εκεί.

Lights, Camera, Action!” … Οι Mark Wahlberg και Peter Berg -κολλητάρια πια- συνεργάζονται για τέταρτη φορά σε μια καταιγιστική περιπέτεια γεμάτη δράση και ανατροπές , με τον τίτλο Mile 22 , ενω ο Bryan Buckley (Asad, The Bronze) περιγράφει την αληθινή ιστορία ενός δημοσιογράφου , ο οποίος αναζητώντας το τέλειο ρεπορτάζ έφτασε ως τους Πειρατές της Σομαλίας.

Η μούσα του Almodovar με την καθηλωτική φυσιογνωμία, Rossy de Palma (Γυναίκες στα πρόθυρα Νευρικής Κρίσης) , γίνεται Κυρία απο Τύχη , στήν ρομαντική κομεντί που θίγει , κάπως αφελέστατα τις ταξικές ανισότητες , και ο Daniel Auteuil πρωταγωνιστεί και μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το θεατρικό έργο του Φλοριάν Ζελέρ («Ψέμα»), φτιάχνοντας μια χαριτωμένη κομεντί.

Ο βραβευμένος José Padilha του εκπληκτικού Elite Squad (2007) , “επιστρατεύει” τούς Daniel Brühl και Rosamund Pike , φτιάχνοντας ενα πολιτικό θρίλερ –7 Days in Entebbe– βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα το καλοκαίρι του 1976 στο αεροδρόμιο του Entebbe στήν Ουγκάντα , ενω ο σκηνοθέτης του σκληρού Bullhead , Michaël R. Roskam , συνθέτει μια αισθηματική τραγωδία στήν ταινία Le Fidèle/ Racer and the Jailbird.

Οι επανεκδόσεις της εβδομάδας μας ταξιδεύουν , η πρώτη , στήν Ισπανία του 1944 και την πρώτη και μεγάλη επιτυχία του αγαπημένου παραμυθά Guillermo del Toro , στόν εκπληκτικό Λαβύρινθο του Πάνα (Pan’s Labyrinth) , ενω η Lina Wertmüller μας μεταφέρει και αυτή με την σειρά της στήν Ιταλία του ’30 και μας διηγείται μια Ιστορία Έρωτα και Αναρχίας.

 

Ας δούμε όμως αναλυτικά τις νέες ταινίες της εβδομάδας:

 

Mile 22

Υπόθεση: Ο James Silva (Mark Wahlberg), μέλος της πιο πολύτιμης μονάδας της CIA, έχει ως αποστολή να ανακτήσει και να μεταφέρει έναν μυστηριώδη κρατούμενο αστυνομικό που γνωρίζει ευαίσθητες πληροφορίες που απειλούν τη ζωή του. Με τη βοήθεια της άκρως απόρρητης ομάδας τακτικών επιχειρήσεων, ο Silva πρέπει να ολοκληρώσει την αποστολή με κάθε κόστος, προτού ο εχθρός κλείσει την πρόσβαση για το 22ο μίλι.

Η γνώμη μας: Ο δύο φορές υποψήφιος για Όσκαρ Mark Wahlberg συναντά για τέταρτη φορά τον -κολλητό του πλέον- σκηνοθέτη Peter Berg μετά τις μεγάλες τους επιτυχίες , το μιλιταριστικό αλλά πολύ αληθινό και ολίγον “αμερικάνικο” Lone Survivor , το αξιόλογο Patriots Day και το Deepwater Horizon (2016) εκεί όπου ο Berg απέδειξε (ίσως για πρώτη φορά) πως μια ταινία καταστροφής (βασισμένη σε αληθινά γεγονότα) με την δεξιοτεχνική της κινηματογράφηση μπορεί να γίνει κάτι παραπάνω απο ενα ευκολόπεπτο συγκινησιακό δράμα , για εύκολο κλάμα.

Το επιτυχημένο αυτό δίδυμο , λοιπόν , επιστρέφει με μια ταινία υψηλών οκτανίων και παρανοικής δράσης , το Mile 22 , που είναι μάλιστα η πρώτη τους ταινία που δεν βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, αλλά αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Βασικός πυλώνας της υπόθεσης είναι η Overwatch. Το κρυφό όπλο της CIA που αναλαμβάνει να αντιμετωπίσει υποθέσεις που απαιτούν πιο… ιδιαίτερο χειρισμό. Τα μέλη της είναι σχεδόν αόρατα και η ταυτότητά τους σβησμένη από τα κρατικά αρχεία. Οι μέθοδοι παρακολούθησης της Overwatch αποτελούνται από drones και εξελιγμένη τεχνολογία που τους επιτρέπει να παραμένουν «φαντάσματα» σε όλη τη διάρκεια της αποστολής. Και μπορεί η Overwatch να αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας όμως για να στηθεί μυθοπλαστικά βοήθησαν επαγγελματίες, πρώην πράκτορες της CIA ώστε να πετύχουν ένα αληθοφανές και ακριβές αποτέλεσμα στήν μεγάλη οθόνη.

Βρισκόμαστε στη νοτιοανατολική Ασία, όπου έχει πάρει μετάθεση ο πράκτορας Silva και η ομάδα του. Η αποστολή τους είναι να εντοπίσουν την ραδιενεργή σκόνη που χρησιμοποιείται στην κατασκευή βομβών ώστε να εμποδίσουν το επόμενο πιθανό τρομοκρατικό χτύπημα.

Ο Li-Noor (Iko Uwais), ένας πράκτορας ειδικών αποστολών της Ιντοκάρ, καταφθάνει στην Αμερικανική Πρεσβεία με ένα «δώρο». Κρατάει στα χέρια του έναν κρυπτογραφημένο σκληρό δίσκο που περιέχει όλες τις πληροφορίες που χρειάζονται. Για αντάλλαγμα όμως ζητάει να μεταφερθεί σε ένα ασφαλές σημείο γιατί η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο. Το όχημα της τελικής διαφυγής του, τους περιμένει όμως 22 μίλια μακριά από εκεί που βρίσκονται.

Μια αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας (σε μια απίστευτα βίαιη χορογραφημένη σκηνή) του Li-Noor, αναγκάζει τον Silva και την ομάδα του να ζητήσουν τη βοήθεια της Overwatch. Στον δρόμο τους θα βρεθούν εμπόδια που όμοιά τους καμία ομάδα δεν έχει αντιμετωπίσει και θα κάνουν τα 22 μίλια να φαντάζουν ατελείωτα. Θα τους πολεμήσουν ασύμμετροι εχθροί και θα τους κυνηγήσουν σε κάθε σημείο της διαδρομής και θα πρέπει να βρουν τον τρόπο να αποφύγουν αλλά και να αντιμετωπίσουν κάθε βόμβα ή έκρηξη που βρίσκουν μπροστά τους. Πρέπει πάση θυσία να βρεθούν στο 22ο μίλι πριν οι εχθροί τους αποκλείσουν τον δρόμο.

Με την ταινία να κάνει ενα εντυπωσιακό ξεκίνημα , με ενα “ντού” της ομάδας σε ενα safe house κάποιων ξεχασμένων (;) Ρώσων κατασκόπων , με τα πράγματα να παίρνουν άσχημη τροπή , ώστε να δώσουν την ώθηση και τα κίνητρα για την έναρξη της ιστορίας. Ο Berg απελευθερωμένος απο τα όποια όρια ενός φίλμ βασισμένου σε πραγματικά γεγονότα , αφήνει τον Marky-Mark σε ρόλο συνδετικό με τον ίδιο να ρίχνεται στήν μάχη μετά την πρώτη πράξη , συνθέτει μια ταινία που δανείζεται πολλά στοιχεία απο τις επονομαζόμενες Hong Kong crime movies δημιουργώντας έτσι μια ταινία που βασίζεται στην ωμή και ρεαλιστική “χαρογραφία” μάχης που δεν εξαρτάται από κάθε είδους ειδικά εφέ , με σύμμαχο σε αυτό το εγχείρημα τον εκπληκτικό -και για πολλούς , ο νέος Bruce Lee (ξέρω, ξέρω ιεροσυλία)- Iko Uwais που γνωρίσαμε , οχι τι καπνό φουμάρει , αλλά τι ξύλο ρίχνει (και ρίχνει πολύ), στο The Raid (2011) του Gareth Evans ο οποίος τον γνώρισε μέσω ενός ντοκιμαντέρ για την παραδοσιακή πολεμική τέχνη της Ινδονησίας , το pencak silat.

Το Mile 22 παρουσιάστηκε αρχικά ως μια standalone περιπέτεια-θρίλερ με πρωταγωνιστές τους Wahlberg, Uwais και Rousey – βασισμένο σε ένα σενάριο από τον Graham Roland (δημιουργό της επερχόμενης σειράς Jack Ryan του Amazon) , όταν ανακοινώθηκε για πρώτη φορά το 2015. Ωστόσο, δύο χρόνια αργότερα, οι Wahlberg, Berg και STX αποκάλυψαν ότι από τότε τα πάντα έχουν επανασχεδιαστεί για να λειτουργήσουν ως η πρώτη “δόση” μιας τριλογίας. Δυστυχώς όμως και παρά τις εντυπωσιακές μάχες το τελικό αποτέλεσμα είναι μοιρασμένο , καθώς η ταινία δείχνει ως μια βιαστική ιστορία του James Silva, παρά μια συναρπαστική εισαγωγή στον χαρακτήρα και στον κόσμο του. Ομοίως, υπάρχουν αρκετοί χαρακτήρες και subplot εδώ , όπου ο θεατής αισθάνεται οτι είτε οι ρόλοι τους μειώθηκαν αισθητά από ένα προηγούμενο σενάριο που πιθανότατα είχε γραφτεί ή προστέθηκαν απλά για να θέσουν τα θεμέλια για ενα franchise , το οποίο και βλέπουμε να έρχεται.

Βεβαία το Mille 22 είναι η πιο καλοφτιαγμένη περιπέτεια (για να λέμε και του στραβού το δίκιο, ειδικά για τα μέσα Αυγούστου μια σχεδόν νεκρή περίοδο) , με πολύ ξύλο και απίστευτη “ασιατική βία” , με την οποία περνάς καλά για όση ώρα διαρκεί , αλλά δεν περιμένεις το κάτι παραπάνω. Ίσως η απόφαση να γίνει τριλογία στέρησε απο την ταινία τον wow factor , αλλά η δράση που σε πιάνει απο το χέρι και δεν σε αφήνει μέρχι το τέλος και κάποιες ανατροπές , που σίγουρα θα παίξουν ρόλο στον μελλοντικό Mile 23 (;) είναι αυτά που θα σε σπρώξουν σε κάποια θερινή η σκοτεινή (προτείνεται) αίθουσα.

3/5

 

 

7 Days in Entebbe

Υπόθεση: Το καλοκαίρι του 1976, ένα αεροπλάνο της Air France που πραγματοποιούσε δρομολόγιο από το Τελ Αβίβ στο Παρίσι, μέσω Αθήνας, καταλαμβάνεται εν μέσω πτήσης από τέσσερις αεροπειρατές: δύο Παλαιστίνιους και δυο ακραίους Γερμανούς σοσιαλιστές. Οταν το αεροπλάνο εκτρέπεται σε ένα εγκαταλειμμένο τερματικό σταθμό του αεροδρομίου του Εντεμπε στην Ουγκάντα, οι τρομοκρατημένοι επιβάτες μετατρέπονται σε αντικείμενα διαπραγμάτευσης σε ένα θανάσιμο πολιτικό αδιέξοδο. Καθώς η πιθανότητα να βρεθεί μια διπλωματική λύση καταρρέει, η ισραηλινή κυβέρνηση θέτει σε ενέργεια ένα εξωφρενικό σχέδιο απελευθέρωσης των ομήρων πριν να είναι πολύ αργά.

Λίγα λόγια για την ταινία: Οι πράξεις τρομοκρατίας για πολιτικό η κοινωνικό συμφέρον έχουν τροφοδοτήσει πολλάκις τον κινηματογράφο. Μια τέτοια ταινία είναι και το 7 Days in Entebbe ένα πολιτικό θρίλερ, που καταπιάνεται με το φλέγον παλαιστινιακό ζήτημα.

Το καλοκαίρι του 1976 δύο Παλαιστίνιοι που ανήκαν στην οργάνωση «Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης» και δύο Γερμανοί της οργάνωσης «Επαναστατικοί Πυρήνες», κατέλαβαν ένα αεροσκάφος της Air France με 248 επιβάτες (μεταξύ των οποίων και δέκα Έλληνες). Οι αεροπειρατές εξέτρεψαν το αεροπλάνο στην Ουγκάντα που βρίσκονταν τότε υπό την κυβέρνηση του Ίντι Αμίν Νταντά. Οι αεροπειρατές ζητούσαν την απελευθέρωση 53 κρατουμένων συντρόφων τους. Η Μοσάντ ανέλαβε την επιχείρηση διάσωσης των ομήρων που έμεινε στην Ιστορία με την ονομασία «Thunderbolt» και τελικά πραγματοποιήθηκε τη νύχτα της 3ης προς 4ης Ιουλίου.

Το 7 Days in Entebbe είναι ενα mix παλαιότερων ταινιών που έχουν ασχοληθεί με το θέμα , τα Victory at Entebbe , Raid on Entebbe και το Operation Thunderbolt ,  ταινίες με εξαιρετικά cast και με την δεύτερη και τρίτη να είναι πολύ πιο πιστές στα γεγονότα. Ο José Padilha (Elite Squad) με μια σχεδόν ντοκιουμαντεριστική και vintage αισθητικής κινηματογράφηση αφηγείται τα γεγονότα βήμα , βήμα , κρατάει τις απαραίτητες ισορροπίες , μοιράζει τον κινητογραφικό χρόνο και στίς δυο μεριές -των αεροπειρατών όσο και των Ισραηλινών- αλλά αποφεύγει με “χειρουργική” ακρίβεια οποιοδήποτε πολιτικό σχόλιο. Το δε συμβατικό και “ειρηνευτικό” φινάλε αφαιρεί πολλούς πόντους απο το έτσι και αλλιώς αμήχανο και ανέπνευστο remake.

1.5/5

 

 

Le Fidèle/ Racer and the Jailbird

Υπόθεση: Όταν ο Τζίνο (τον φωνάζουν Τζίτζι) συναντά τη Μπενεντίκτ (την φωνάζουν Μπίμπι) είναι έρωτας με την πρώτη ματιά. Εκείνη εργάζεται στην οικογενειακή επιχείρηση και είναι οδηγός σε αγώνες ταχύτητας αυτοκινήτων. Εκείνος είναι ένας γοητευτικός άνδρας που ενώ δείχνει σε όλα φυσιολογικός, κρύβει ένα σκοτεινό μυστικό. Αυτό το μυστικό θα θέσει τη ζωή τους σε κίνδυνο και οι ίδιοι θα πρέπει να αγωνιστούν ενάντια στη μοίρα για να σώσουν την αγάπη τους.

Λίγα λόγια για την ταινία: Το “Μη φέρνεις λουλούδια” (όπως είναι ο ελληνικός τίτλοσ) είναι μια μυθοπλαστική ιστορία έρωτα και εγκλήματος, πόθου και αποτυχίας. Μια αισθηματική τραγωδία ή καλύτερα ένα “amour noir” – έναν ενδιαφέροντα όρο που υποδηλώνει ότι το έγκλημα και μια ιστορία αγάπης δεν είναι μόνο τα κύρια συστατικά της, αλλά και ότι το ένα δεν είναι πιο σημαντικό από το άλλο. Μάλιστα όπως δηλώνει ο σκηνοθέτης , είναι η δεύτερη ταινία μιάς τριλογίας σχετικά με το έγκλημα. Κάθε μέρος της τριλογίας, κάθε ταινία της τριλογίας δηλαδή, βασίζεται ελεύθερα σε μια συγκεκριμένη στιγμή της σύγχρονης εγκληματικής ιστορίας του Βελγίου. Για τη “Μοσχαροκεφαλή” (Bullhead) ήταν η μαφία των ορμονών. Αυτήν τη φορά, πηγή έμπνευσης αποτέλεσαν διάφορες συμμορίες των Βρυξελλών και ο – εξίσου ποτισμένος από αδρεναλίνη – κόσμος των αγώνων αυτοκινήτων. Όπως, όμως, συνέβη και στη “Μοσχαροκεφαλή“, έτσι κι εδώ, η ταινία δεν είναι γυρισμένη εστιάζοντας σ’ αυτές τις συμμορίες, ούτε αποτελεί μια βιογραφία ενός αληθινού γκάνγκστερ. Το θεμέλιο αυτής της ιστορίας το αποτελεί η αγάπη ανάμεσα σε έναν άνδρα και μια γυναίκα και το πόσο απίθανο είναι να πάρει σάρκα και οστά η σχέση τους. Η αγάπη τους ματαιώνεται όχι μόνον από τους χαρακτήρες τους και το παρελθόν τους αλλά και από τα χτυπήματα της μοίρας.

Ο σκηνοθέτης Michaël Reynders (όπως είναι το πραγματικό του όνομα) , μετά το Bullhead (2011) η οποία ήταν υποψήφια για Όσκαρ (αλλά και για Σεζάρ) καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας και την πρώτη του αγγλόφωνη ταινία The Drop (2014) φτιάχνει μια ταινία η οποία είναι αποτέλεσμα ενός παντρέματος δύο μεγάλων παραδόσεων: του αμερικάνικου φιλμ νουάρ από τη μια και του γαλλικού αισθηματικού φιλμ από την άλλη. Η ταινία αποτελεί τον καρπό του έρωτα του Heat (1995) από τη μια και του “Ένας άνδρας και μια γυναίκα” (Un homme et une femme, 1966) από την άλλη. Η ιστορία χωρίζεται σε 3 μέρη, όλα με το δικό τους θέμα. Ο Roskam δημιουργεί μερικές πραγματικά όμορφες σκηνές στην πρώτη ώρα της ταινίας, στήν οποία δίνει το όνομα του ήρωα του. Όταν όμως η εγκληματική επιχείρηση του Gigi σταματάει, η ταινία αλλάζει ταχύτητα , με την  Bibi -που είναι και το όνομα της δεύτερης ιστορίας- να προσπαθεί να παλέψει με μια επιλογή: να εγκαταλείψει τη σχέση ή να συνεχίσει μπροστά σε εμπόδια που στήνονται μπροστά της. Το τελευταίο μέρος της ταινίας είναι διαφορετικό από τα υπόλοιπα. Η σχέση αγάπης, αφού έχει εδραιωθεί, δεν αποτελεί πλέον το κεντρικό θέμα. Αντ ‘αυτού, βλέπουμε ενα fast foward όλο και πιο δραματικών γεγονότων, που μερικές φορές είναι (και το αισθάνεσαι) λίγο υπερβολικά. Η όμορφη σκηνή , όμως , στο τέλος της ταινίας αντισταθμίζει αυτόν τον παράγοντα. Αυτή η εκπληκτική λήψη (no spoiler) είναι τεχνικά απλή, παράλληλα όμως πολύ έξυπνα δημιουργική από κινηματογραφικής άποψης. Και το δε τελευταίο πλάνο ακόμα περισσότερο.

Overall, το αποτέλεσμα που βγαίνει απο την προσπάθεια του Roskam είναι , αν μη τι άλλο , άξιο προσοχής (η σκηνή της μεγάλης και κεντρικής ληστείας είναι άρτια σκηνοθετημένη). Νιώθεις τη χημεία των Schoenaerts (με τον οποίο συνεργάζεται πάλι , μετά το Bullhead) και Exarchopoulos , πιστεύεις αυτό που έχουν και περνάνε μαζί , και μαζί με το τέμπο της ταινίας το οποίο παραμένει σταθερά υψηλό , παρά , όπως όπως σημειώσαμε παραπάνω το ολίγον υπερβολικό τρίτο μέρος της ταινίας , το Racer and the Jailbird θα καταφέρει να σε κρατήσει στήν καρέκλα , παρά το γεγονός (για τούς πολύ μυημένους) οτι δεν φτάνει στο ύψος κλασσικών και μη heist ταινιών.

3/5

 

 

The Pirates of Somalia

Υπόθεση: Η φαινομενικά απίθανη ιστορία του Jay Bahadur (Έβαν Πίτερς) ξεκινά το 2008, όταν απόφοιτος από το πανεπιστήμιο του Τορόντο αναζητά ένα κίνητρο για να ξεκινήσει την καριέρα του. Νέος και άπειρος ακόμη, με ήδη μία μεγάλη λίστα από επαγγελματικές απογοητεύσεις, συναντά τυχαία το είδωλό του, τον συντάκτη της Daily Mail, Seymour Tolbin (Αλ Πατσίνο), η οποία και τον εμπνέει να κυνηγήσει το ρεπορτάζ της ζωής του. Έτσι, καταστρώνει ένα σχέδιο για να βρεθεί στη Σομαλία.

Σύντομα θα βρεθεί κοντά στους πειρατές της Σομαλίας, ανάμεσα στους οποίους περνά τους επόμενους έξι μήνες μαθαίνοντας βασικά πράγματα, με τη βοήθεια τοπικού μεταφραστή (Μπαρκάντ Αμπντί). O Jay γοητεύεται από το πέπλο μυστηρίου που καλύπτει τη ζωή στη Σομαλία και αρχίζει να καταγράφει με μία βιντεοκάμερα από το παράθυρό του τη ζωή των πειρατών, ποιοι είναι αυτοί οι άντρες, πώς ζουν και ποιες είναι οι δυνάμεις που τους οδηγούν. Κι όμως το «θέμα» του δεν θα περιοριστεί σε αυτούς τους άντρες…

Λίγα λόγια για την ταινία: H ταινία του Bryan Buckley , η οποία είναι βασισμένη στην αληθινή ιστορία ενός δημοσιογράφου και στο βιβλίο του ίδιου (The pirates of Somalia: inside their hidden world), όπου περιγράφει πώς αναζητώντας το τέλειο ρεπορτάζ έφτασε έως τους πειρατές της Σομαλίας , δίνει στον θεατή μια πραγματικά διαφορετική προοπτική στην ιστορία αυτών των υπερήφανων ανθρώπων που έχουν μια ιστορία και που χρησιμοποιούνται για να διευθετήσουν τις διαμάχες με την ποίηση και όχι τη βία , ενω τα πραγματικά στοιχεία για το πώς η πειρατεία ξεκίνησε σε αυτό το φτωχό και σχεδόν ξεχασμένο αφρικανικό έθνος και το πιο σημαντικό για ποιο λόγο συμβαίνει μέχρι και σήμερα , κάνουν την ταινία μια αναζωογονητική προσέγγιση σε ένα μείζον πολιτικό θέμα για τον πολιτισμό και τους λόγους για τους οποίους η πειρατεία είναι ένας τρόπος ζωής για τους λαούς αυτής της περιοχής.

Οι Πειρατές της Σομαλίας είναι μια αληθινή ιστορία που επιδιώκει να εμβαθύνει την γνώση μας, σε αυτό το εντυπωσιακό θέμα , μια ταινία για δύναμη του ανθρώπου για κοινωνική αλλαγή , μια ιστορία θάρρους, ελπίδας και αναζήτησης της αλήθειας.

3/5

 

 

Madame

Υπόθεση: Η Ανν και ο Μπομπ είναι ένα ευκατάστατο ζευγάρι Αμερικανών, που για να δώσει μια σπίθα στον έγγαμο βίο, μετακομίζει σε μια έπαυλη στο Παρίσι. Ενώ γίνονται οι προετοιμασίες ενός πολυτελούς δείπνου με κοσμοπολίτες προσκεκλημένους, η οικοδέσποινα ανακαλύπτει ότι οι παρευρισκόμενοι θα είναι 1δεκατρείς. Σε πανικό, η Ανν πιέζει την πιστή της οικιακή βοηθό Μαρία, να μεταμφιεστεί σε μία μυστηριώδη Ισπανίδα αριστοκράτισσα, ώστε να αποφύγει τον γρουσούζικο αριθμό. Το κρασί και η χαριτωμένη κουβέντα φέρνουν κατά λάθος τη Μαρία κοντά σε έναν γόη Βρετανό έμπορο έργων τέχνης. Ένα ρομάντζο γεννιέται, οπότε η Aνν αναγκάζεται να κυνηγήσει την οικιακή της βοηθό σε όλο το Παρίσι, με σκοπό να δώσει ένα τέλος σ’ αυτή την απρόσμενη ιστορία αγάπης.

Η ταινία διαδραματίζεται με φόντο το πάντα κομψό και ρομαντικό Παρίσι και χάρη στις άψογες ερμηνείες της και τα αιχμηρά αστεία ματιά της σε ζητήματα καρδιάς, αλλά και κοινωνικής ανισότητας, προσφέρει άφθονο γέλιο και ευκαιρία για φιλοσοφημένη ονειροπόληση, με τον μοναδικό τρόπο των Γάλλων.

 

Amoureux de Ma Femme

Ο Ντανιέλ μπορεί να είναι πολύ ερωτευμένος με τη γυναίκα του, αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει να υποκύπτει στην αχαλίνωτη φαντασία του. Όταν ο κολλητός του εμφανίζει την καινούρια, κατά πολύ νεότερη και αφοπλιστικά όμορφη σύντροφό του, ο Ντανιέλ θα βρεθεί διχασμένος ανάμεσα στη σύζυγό του και σε απαγορευμένες φαντασιώσεις για μια ζωή πλάι στη γοητευτική νεαρή.

Ο Ντανιέλ Οτέιγ πρωταγωνιστεί και μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το σκαμπρόζικο θεατρικό έργο του Φλοριάν Ζελέρ («Ψέμα»), υπογράφοντας μια χαριτωμένη ρομαντική κομεντί.

 

 

ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΕΙΣ:

 

Pan’s Labyrinth

Το 1944, μετά την επικράτηση του Φράνκο, ένα μικρό κορίτσι με τη μητέρα του ταξιδεύουν στην ύπαιθρο της βόρειας Ισπανίας, προκειμένου να συναντηθούν με τον πατριό του. Το κορίτσι ζει σ’ ένα φανταστικό κόσμο και δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα. Το φασιστικό καθεστώς είναι στο απόγειό του στη μεταπολεμική Ισπανία, οπότε εκείνη επιλέγει να κρυφτεί στον δικό της μύθο.

Η πρώτη μεγάλη επιτυχία του Γκιγιέρμο Nτελ Τόρο, φετινού θριαμβευτή των Όσκαρ με την ταινία «Η Μορφή του Νερού», επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη. Η ταινία είχε προταθεί για έξι βραβεία Όσκαρ (μεταξύ των οποίων και Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας για το Μεξικό) και τελικά κέρδισε τρία: Καλύτερης Φωτογραφίας, Καλύτερου Σχεδιασμού Παραγωγής και Καλύτερου Μακιγιάζ.

Σημείωμα του Σκηνοθέτη

«Ο Λαβύρινθος του Πάνα» διαδραματίζεται την εποχή του Φράνκο, μετά τον εμφύλιο, οπότε έχει να κάνει με τον φασισμό. Όχι άμεσα μα έμμεσα, κάπως κωδικοποιημένα, γιατί προτιμώ τις ταινίες που απαιτούν σκέψη από τη μεριά του θεατή. Για μένα, ο φασισμός αντιπροσωπεύει τον υπέρτατο τρόμο και, γι’ αυτόν το λόγο, αποτελεί ιδανικό θέμα για ένα παραμύθι για ενήλικες. Το πραγματικό τέρας της ταινίας είναι ο Λοχαγός Βιντάλ κι όχι τα τέρατα που ζουν στον λαβύρινθο.

Ο Ισπανός ζωγράφος Γκόγια ασκούσε πάντα μεγάλη επίδραση πάνω μου, ειδικά οι «μαύροι πίνακές» του οι οποίοι είναι, κατά τη γνώμη μου, και οι πιο εντυπωσιακοί. Για παράδειγμα, ο πίνακας με τον Κρόνο που καταβροχθίζει τον γιο του υπήρξε η κυριότερη πηγή έμπνευσης για τον Χλωμό Άντρα, έναν από τους βασικούς χαρακτήρες του λαβύρινθου.

Μαζί με τον Εουχένιο Καμπαγέρο, τον υπεύθυνο για τον σχεδιασμό παραγωγής, φτιάξαμε τα πάντα: από τη μικρότερη γωνιά μέχρι ολόκληρη κρεβατοκάμαρα. Συνολικά, κατασκευάσαμε 34 διαφορετικά σκηνικά, το ένα πιο λεπτομερές από το άλλο. Ο Εουχένιο έκανε καταπληκτική δουλειά!

Για να απαθανατίσω σωστά τον συγκεκριμένο «κόσμο», ήταν απαραίτητο να δώσουμε μεγάλη προσοχή στον φωτισμό της ταινίας. Με τον Γκιγιέρμο Ναβάρο, τον διευθυντή φωτογραφίας και παλιό μου φίλο, καταλαβαινόμαστε στην εντέλεια. Ξέραμε ότι έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε το σκοτάδι προκειμένου να δημιουργήσουμε την αίσθηση του κακού που παραμονεύει στις σκιές. Έπρεπε, επίσης, να απεικονίσουμε τον πραγματικό κόσμο και τον φανταστικό με διαφορετικό τρόπο. Ο πρώτος έπρεπε να είναι κρύος, γεμάτος ευθείες και διαγώνιες γραμμές, ενώ ο δεύτερος έπρεπε να είναι πολύ πιο ζεστός, χρυσαφένιος και γεμάτος καμπύλες.

Για τον Φαύνο, ήθελα να χρησιμοποιήσω οργανικά υλικά: το κάτω μέρος του σώματός του να είναι καλυμμένο με φύλλα και κλαδιά σαν να είναι πραγματικά μέρος της φύσης. Δημιουργήσαμε μία καινούρια τεχνική ειδικών εφέ: προκειμένου να φαίνεται όσο το δυνατόν πιο «αληθινός» όλα έγιναν στα γυρίσματα με την βοήθεια animatronics και, ουσιαστικά, δεν χρησιμοποιήσαμε καθόλου ψηφιακά εφέ.

Όταν ο Νταβίντ Μαρτί ολοκλήρωσε το σχέδιο του Χλωμού Άντρα φτιάχνοντας την προτομή του, το πρόσωπό του μου φάνηκε πολύ ανθρώπινο. Τότε, σχεδίασα ένα «κενό» πρόσωπο και ζήτησα από τον Νταβίντ να αφαιρέσει όλα τα χαρακτηριστικά από το υπέροχο γλυπτό του. Τοποθέτησα τα μάτια στις παλάμες του Χλωμού Άντρα, τις οποίες θα άνοιγε μπροστά στο πρόσωπό του όπως το παγόνι ανοίγει τα φτερά του, κι έτσι γεννήθηκε το πιο σουρεαλιστικό τέρας. Ανεξάρτητα από όλα τα ειδικά εφέ που χρησιμοποιήσαμε, αυτά τα δύο πλάσματα δε θα έκαναν ποτέ την ίδια εντύπωση χωρίς την ερμηνεία του φίλου μου, του Νταγκ Τζόουνς, ενός επαγγελματία μίμου που είχε παίξει στο “Hellboy”.

Πάντα προτιμούσα οι ταινίες μου να μην ανήκουν μόνο σ’ ένα κινηματογραφικό είδος. Για παράδειγμα, να συνδυάζεται ο τρόμος με ένα ιστορικό υπόβαθρο. Για μένα, «Ο Λαβύρινθος του Πάνα» είναι ένα δράμα με μυθολογικά και παραμυθένια στοιχεία που εκτυλίσσεται σε συνθήκες πολέμου. Πάνω απ’ όλα, η ταινία βασίζεται σε μια πολύ συγκινητική, δραματική ιστορία. Μια ιστορία που θέτει πανανθρώπινα ερωτήματα τα οποία, θέλω να πιστεύω ότι, μας αφορούν όλους.

 

 

Ιστορία Έρωτα και Αναρχίας  (Film d’amore e d’anarchia)

Ιταλία, δεκαετία των 1930. Ο Τονίνο είναι ένας απλός αγρότης που καταφτάνει στη Ρώμη με σκοπό να δολοφονήσει τον Μουσολίνι. Έχει συνδέσμους με αναρχικούς και ιδίως την Σαλόμ, μια πόρνη. Θα τον παρουσιάσει στον οίκο ανοχής που μένει ως ξάδελφο της κι εκεί καταστρώνουν τα σχέδια για την δολοφονία. Από την πρώτη μέρα κιόλας, ο Τονίνο θα ερωτευτεί την νεαρή Τριπολίνα. Αφού κάνει μια χάρη στην τσατσά, θα κερδίσει δύο μέρες με την Τριπολίνα κι ο έρωτας του θα φουντώσει. Αυτό, όμως, μπορεί να επηρεάσει τα σχέδια του.

 

 

Πηγή: newsmag.gr